Ρευστοποιώ στα εσθονικά
Μετάφραση: ρευστοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
liquify
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρευστοποιώ
ρευστοποιώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, ρευστοποιώ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ρευματισμοί στα εσθονικά - reuma, reumatismi, reumatism, reumat, jooksva
- ρευστοποίηση στα εσθονικά - likvideerimine, likvideerimise, likvideerimisel, likvideerimist, likvideeritava
- ρευστότητα στα εσθονικά - likviidsus, likviidsuse, likviidsust, likviidsusele, likviidsusriski
- ρεύμα στα εσθονικά - kulg, nüüdne, vool, jõesuue, oja, praegune, praeguse, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρευστοποιώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: liquify
Μεταφράσεις: liquify