Ρευστοποιώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: ρευστοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
liquify
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρευστοποιώ
ρευστοποιώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ρευστοποιώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ρευματισμοί στα λιθουανικά - reumatas, reumato, reumatizmas, reumatizmo, reumatinės
- ρευστοποίηση στα λιθουανικά - likvidacija, likvidavimo, likvidavimas, likvidavimą, likviduoti
- ρευστότητα στα λιθουανικά - likvidumo, likvidumas, likvidumą, likvidumui, likvidumo didinimo
- ρεύμα στα λιθουανικά - upokšnis, upelis, srautas, dabartinis, dabartinė, dabartinės, srovė, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρευστοποιώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: liquify
Μεταφράσεις: liquify