Ρευστοποιώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ρευστοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
liquify
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρευστοποιώ
ρευστοποιώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ρευστοποιώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ρευματισμοί στα σλαβομακεδονικά - ревматизам, реума, реуматизам, ревматизмот, болките во коските
- ρευστοποίηση στα σλαβομακεδονικά - ликвидација, ликвидациона, ликвидацијата, ликвидационата, на ликвидација
- ρευστότητα στα σλαβομακεδονικά - ликвидност, ликвидноста, на ликвидност, ликвидносниот, ликвидносни
- ρεύμα στα σλαβομακεδονικά - тековната, сегашната, тековните, сегашните, сегашниот
Τυχαίες λέξεις
Ρευστοποιώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: liquify
Μεταφράσεις: liquify