Ρευστοποιώ στα ιταλικά
Μετάφραση: ρευστοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
liquidare, Fluidifica, fluidificare, liquify
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρευστοποιώ
ρευστοποιώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, ρευστοποιώ στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ρευματισμοί στα ιταλικά - reumatismo, reumatismi, i reumatismi, rheumatism, reaumatismo
- ρευστοποίηση στα ιταλικά - liquidazione, di liquidazione, liquidation, la liquidazione, della liquidazione
- ρευστότητα στα ιταλικά - liquidità, di liquidità, la liquidità, della liquidità
- ρεύμα στα ιταλικά - ruscello, presente, attuale, flusso, corrente, profluvio, corrente di, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρευστοποιώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: liquidare, Fluidifica, fluidificare, liquify
Μεταφράσεις: liquidare, Fluidifica, fluidificare, liquify