Σκαπανέας στα εσθονικά

Μετάφραση: σκαπανέας, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaevikukaevaja, sapöör, Sapööri, Sapper
Σκαπανέας στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκαπανέας

σκαπανέας τεχνική εταιρεία, σκαπανέας μηχανικού, σκαπανέας λεξικο, σκαπανέας ατε, σκαπανέας κατασκευαστικη, σκαπανέας λεξικό γλώσσας εσθονικά, σκαπανέας στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σκανδαλώδης στα εσθονικά - ennekuulmatu, kisendav, skandaalne, skandaalse, skandaalset, skandaalsed
  • σκαπάνη στα εσθονικά - kabli, kellu, kõblas, aiakühvel, hoe, kõplama, Lilled
  • σκαρφαλώνω στα εσθονικά - tõus, rüselema, ronima, ukerdama, tõusma, ronida, tõusukiirus, ...
  • σκαστός στα εσθονικά - kõlav, kaikuv, suu kinni, vait, ole vait, jää vait, vait jääda
Τυχαίες λέξεις
Σκαπανέας στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kaevikukaevaja, sapöör, Sapööri, Sapper