Σκαπανέας στα λιθουανικά
Μετάφραση: σκαπανέας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pionierius, Karo inžinierius, Saper, Miner, Sapieris
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαπανέας
σκαπανέας τεχνική εταιρεία, σκαπανέας μηχανικού, σκαπανέας λεξικο, σκαπανέας ατε, σκαπανέας κατασκευαστικη, σκαπανέας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σκαπανέας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σκανδαλώδης στα λιθουανικά - skandalingas, skandalinga, skandalingi, skandalingą, gėdingas
- σκαπάνη στα λιθουανικά - išpurenti, kauptukas, purenti, kultivatorius, kauplys
- σκαρφαλώνω στα λιθουανικά - užlipti, lipti, laipioti, kopimas, kopti
- σκαστός στα λιθουανικά - užsičiaupk, nutildyti, nutilk, priversti nutilti, aklinai uždaryti
Τυχαίες λέξεις
Σκαπανέας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pionierius, Karo inžinierius, Saper, Miner, Sapieris
Μεταφράσεις: pionierius, Karo inžinierius, Saper, Miner, Sapieris