Σκεπτικό στα εσθονικά
Μετάφραση: σκεπτικό, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põhjendus, põhjendused, arutluskäik, põhjendusi, põhjenduste
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκεπτικό
σκεπτικό συνώνυμα, σκεπτικό συνώνυμο, σκεπτικό της απόφασης, μουσειολογικό σκεπτικό, σκεπτικό απόφασης, σκεπτικό λεξικό γλώσσας εσθονικά, σκεπτικό στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- σκεπτικισμός στα εσθονικά - skeptilisus, skeptitsism, skeptitsismi, skeptilisust, skepsist
- σκεπτικιστής στα εσθονικά - kahtleja, skeptik, skeptikut, skeptiku, skeptikuks
- σκεπτικός στα εσθονικά - mõtlik, Alakuloinen, mõtlikuks, Mietteliäs, vajus
- σκευοθήκη στα εσθονικά - puhvetkapp, külgluugi, külglaud, sideboard, külgluukide
Τυχαίες λέξεις
Σκεπτικό στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: põhjendus, põhjendused, arutluskäik, põhjendusi, põhjenduste
Μεταφράσεις: põhjendus, põhjendused, arutluskäik, põhjendusi, põhjenduste