Σκεπτικό στα σουηδικά

Μετάφραση: σκεπτικό, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
resonemang, motivering, resonemanget, motiveringen, argumentation
Σκεπτικό στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκεπτικό

σκεπτικό συνώνυμα, σκεπτικό συνώνυμο, σκεπτικό της απόφασης, μουσειολογικό σκεπτικό, σκεπτικό απόφασης, σκεπτικό λεξικό γλώσσας σουηδικά, σκεπτικό στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σκεπτικισμός στα σουηδικά - skepsis, skepticism, skeptiska, skepticismen, skeptisk
  • σκεπτικιστής στα σουηδικά - skeptiker, skeptic, skeptisk, skeptiska, skeptikern
  • σκεπτικός στα σουηδικά - tankfull, pensive, Fundersam, eftertänksam, eftertänksamt
  • σκευοθήκη στα σουηδικά - skänk, Serveringsbord, sideboard, Bord Serveringsbord, Serveringsbord Serverings
Τυχαίες λέξεις
Σκεπτικό στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: resonemang, motivering, resonemanget, motiveringen, argumentation