Συγγενής στα εσθονικά
Μετάφραση: συγγενής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suhteline, relatiivne, sugulane, suhtelise, suhtelist, suhtelised, suhteliste
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγγενής
συγγενής σφαιροκυττάρωση, συγγενής καρδιοπάθεια, συγγενής κάμψη του πέους, συγγενής σύφιλη, συγγενής καταρράκτης, συγγενής λεξικό γλώσσας εσθονικά, συγγενής στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- στύβω στα εσθονικά - pigistama, pitsitama, surve, Squeeze, pigistada, Pigistage, hinnakruvi efekti
- στύλος στα εσθονικά - krihvel, sammas, piilar, post, postitus, pärast, ametikohale, ...
- συγγενικός στα εσθονικά - sugulane, seotud, suguluses, relatsiooniline, relational, relatsioonilise, relatsioonandmed, ...
- συγγνωστός στα εσθονικά - vabandatav, vabandada, vabanda, end vabandada, vabandas
Τυχαίες λέξεις
Συγγενής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: suhteline, relatiivne, sugulane, suhtelise, suhtelist, suhtelised, suhteliste
Μεταφράσεις: suhteline, relatiivne, sugulane, suhtelise, suhtelist, suhtelised, suhteliste