Σφουγγαρίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: σφουγγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
narmashari, pühkimine, MOP, pruunistatud, mopiga, mopi
Σφουγγαρίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφουγγαρίζω

σφουγγαρίζω αγγλικα, σφουγγαρίζω στα αγγλικά, πως σφουγγαρίζω, σφουγγαρίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, σφουγγαρίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σφοδρά στα εσθονικά - jõuliselt, inveighingly
  • σφοδρός στα εσθονικά - kirglik, keevaline, kiivas, äge, tulisem, hoogustunud
  • σφουγγαρίστρα στα εσθονικά - narmashari, pühkimine, MOP, pruunistatud, mopiga, mopi
  • σφράγισμα στα εσθονικά - koelõng, täidis, täitmine, täitmise, täitmist, täitmismasinad
Τυχαίες λέξεις
Σφουγγαρίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: narmashari, pühkimine, MOP, pruunistatud, mopiga, mopi