Σφουγγαρίζω στα ρωσικά
Μετάφραση: σφουγγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тампон, космы, шапка, швабра, СС, MOP, шваброй, швабры
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφουγγαρίζω
σφουγγαρίζω αγγλικα, σφουγγαρίζω στα αγγλικά, πως σφουγγαρίζω, σφουγγαρίζω λεξικό γλώσσας ρωσικά, σφουγγαρίζω στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- σφοδρά στα ρωσικά - пылко, стремительно, inveighingly
- σφοδρός στα ρωσικά - нагретый, азартный, накаленный, пылкий, возбужденный, страдный, разгоряченный, ...
- σφουγγαρίστρα στα ρωσικά - тампон, космы, шапка, швабра, СС, MOP, шваброй, ...
- σφράγισμα στα ρωσικά - шпаклёвка, набивка, фасовка, высыпание, насыпка, погрузка, пломба, ...
Τυχαίες λέξεις
Σφουγγαρίζω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: тампон, космы, шапка, швабра, СС, MOP, шваброй, швабры
Μεταφράσεις: тампон, космы, шапка, швабра, СС, MOP, шваброй, швабры