Σφουγγαρίζω στα ρουμανικά
Μετάφραση: σφουγγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pămătuf, spălător, mop, Perie, mop cu, de mop
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφουγγαρίζω
σφουγγαρίζω αγγλικα, σφουγγαρίζω στα αγγλικά, πως σφουγγαρίζω, σφουγγαρίζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σφουγγαρίζω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- σφοδρά στα ρουμανικά - inveighingly
- σφοδρός στα ρουμανικά - vehement, vehementă, vehemente, vehementa, de vehement
- σφουγγαρίστρα στα ρουμανικά - pămătuf, spălător, mop, Perie, mop cu, de mop
- σφράγισμα στα ρουμανικά - umplere, de umplere, umplerea, umplutură, alimentare
Τυχαίες λέξεις
Σφουγγαρίζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: pămătuf, spălător, mop, Perie, mop cu, de mop
Μεταφράσεις: pămătuf, spălător, mop, Perie, mop cu, de mop