Σφουγγαρίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σφουγγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
esfregão, MOP, espanador, esfregona, rodilha
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφουγγαρίζω
σφουγγαρίζω αγγλικα, σφουγγαρίζω στα αγγλικά, πως σφουγγαρίζω, σφουγγαρίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σφουγγαρίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σφοδρά στα πορτογαλικά - inveighingly
- σφοδρός στα πορτογαλικά - veemente, veementes, veemência, enérgica, vehement
- σφουγγαρίστρα στα πορτογαλικά - esfregão, MOP, espanador, esfregona, rodilha
- σφράγισμα στα πορτογαλικά - enchimento, recheio, de enchimento, preenchimento, enchimento de
Τυχαίες λέξεις
Σφουγγαρίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: esfregão, MOP, espanador, esfregona, rodilha
Μεταφράσεις: esfregão, MOP, espanador, esfregona, rodilha