Τρήμα στα εσθονικά

Μετάφραση: τρήμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
seemne, auk, foramen, või foramen, ovaalava, ava kohal
Τρήμα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρήμα

ισχιακό τρήμα, μεσοσπονδύλιο τρήμα, ινιακό τρήμα, σπονδυλικό τρήμα, τρήμα του winslow, τρήμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, τρήμα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • τρέφω στα εσθονικά - hellitama, toit, toitma, sööt, sööda, feed, söödas, ...
  • τρέχω στα εσθονικά - sööst, kriips, käik, elumehelikkus, rüselema, kiirus, jooksma, ...
  • τρία στα εσθονικά - kolm, kolme, kolmest, kolmes, kolmel
  • τρίαινα στα εσθονικά - ahing, kolmikhark, Trishula, Trident, Tridenti, kolmhark
Τυχαίες λέξεις
Τρήμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: seemne, auk, foramen, või foramen, ovaalava, ava kohal