Έγκυρος στα ισλανδικά

Μετάφραση: έγκυρος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gildi, gild, gildir, gilt, í gildi
Έγκυρος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έγκυρος

έγκυρος συνώνυμο, έγκαιρος αγγλικά, έγκυρος αφμ, έγκυος στα αγγλικά, έγκυρος ονειροκρίτης, έγκυρος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, έγκυρος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • έγκριση στα ισλανδικά - samþykki, samþykkt, gerðarviðurkenningu, gerðarviðurkenningarmerki, samþykkis
  • έγκυος στα ισλανδικά - barnshafandi, þunguð, meðgöngu, ólétt, þungaðar
  • έγχρωμος στα ισλανδικά - litur, litað, lituð, lit., lituðum, litaður
  • έγχυμα στα ισλανδικά - innrennsli, innrennslið, innrennsli í, innrennslis, innrennslislyf
Τυχαίες λέξεις
Έγκυρος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gildi, gild, gildir, gilt, í gildi