Απομονώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: απομονώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einangra, að einangra, einangrað
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απομονώνω
απομονώνω αγγλικά, απομονώνω μετάφραση, απομονώνω συνώνυμο, απομονώνω συνωνυμα, απομονώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, απομονώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- απομνημονεύω στα ισλανδικά - leggja á minnið, minnið, að leggja á minnið, munað, á minnið
- απομονωμένος στα ισλανδικά - einangruð, einangrað, einangraður, einangraða, einangraðir
- απομόνωση στα ισλανδικά - einangrun, einangra, að einangra, einangrunar
- απονέμω στα ισλανδικά - veita, mete
Τυχαίες λέξεις
Απομονώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: einangra, að einangra, einangrað
Μεταφράσεις: einangra, að einangra, einangrað