Απομονώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: απομονώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yalıtmak, izole, ayırmak, izole etmek, tecrit
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απομονώνω
απομονώνω αγγλικά, απομονώνω μετάφραση, απομονώνω συνώνυμο, απομονώνω συνωνυμα, απομονώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, απομονώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- απομνημονεύω στα τούρκικα - ezberlemek, hafızaya, ezberlemenize, ezberlemeye, belleğe
- απομονωμένος στα τούρκικα - yalıtılmış, izole, izole edilmiş, izole edilmiş bir, izole bir
- απομόνωση στα τούρκικα - izolasyon, yalıtım, izolasyonu, yalıtımı, izole
- απονέμω στα τούρκικα - bölüştürmek, mete, ölçmek
Τυχαίες λέξεις
Απομονώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yalıtmak, izole, ayırmak, izole etmek, tecrit
Μεταφράσεις: yalıtmak, izole, ayırmak, izole etmek, tecrit