Απομονώνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: απομονώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
izolál, izolálja, elkülöníteni, izolátum, izolálására
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απομονώνω
απομονώνω αγγλικά, απομονώνω μετάφραση, απομονώνω συνώνυμο, απομονώνω συνωνυμα, απομονώνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, απομονώνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- απομνημονεύω στα ουγγρικά - memorizál, memorizálni, megjegyezni, megjegyeznünk, memorizálja
- απομονωμένος στα ουγγρικά - elvonult, elszigetelt, izolált, elkülönített, szigetelt, elválasztott
- απομόνωση στα ουγγρικά - kuplung, elkülönülés, visszavonultság, elzárkózás, elzárkózottság, szigetelés, elszigeteltség, ...
- απονέμω στα ουγγρικά - pályadíj, diploma, szétoszt, mér, got, got szolgáltatni, határkő
Τυχαίες λέξεις
Απομονώνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: izolál, izolálja, elkülöníteni, izolátum, izolálására
Μεταφράσεις: izolál, izolálja, elkülöníteni, izolátum, izolálására