Απομονώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: απομονώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
isolera, isolering, isolerar, isolering av, isolat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απομονώνω
απομονώνω αγγλικά, απομονώνω μετάφραση, απομονώνω συνώνυμο, απομονώνω συνωνυμα, απομονώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, απομονώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- απομνημονεύω στα σουηδικά - memorera, ihåg, lagra, komma ihåg, lär
- απομονωμένος στα σουηδικά - ensam, avskild, isolerade, isolerat, isolerad, isoleras, isolerades
- απομόνωση στα σουηδικά - isolering, isoleringen, isolerings, isolerat, isolerade
- απονέμω στα σουηδικά - förvalta, tillerkänna, fördela, tilldela, mete, utmäta, avmäta, ...
Τυχαίες λέξεις
Απομονώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: isolera, isolering, isolerar, isolering av, isolat
Μεταφράσεις: isolera, isolering, isolerar, isolering av, isolat