Αφοσίωση στα ισλανδικά

Μετάφραση: αφοσίωση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hollusta, tryggð, hollustu, trúfesti
Αφοσίωση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφοσίωση

αφοσίωση βιβλιο, αφοσίωση ετυμολογία, αφοσίωση veronica roth, αφοσίωση συνώνυμο, αφοσίωση λεξικό, αφοσίωση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αφοσίωση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αφορίζω στα ισλανδικά - excommunicate
  • αφορμή στα ισλανδικά - afsaka, afsökun, orsök, valdið, valda, ástæða, veldur
  • αφουγκράζομαι στα ισλανδικά - heyra, eavesdrop
  • αφού στα ισλανδικά - eftir, eftir að, þegar, á eftir
Τυχαίες λέξεις
Αφοσίωση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hollusta, tryggð, hollustu, trúfesti