Αφοσίωση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αφοσίωση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лаяльнасць, ляяльнасьць, лаяльнасьць, лаяльнасці
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφοσίωση
αφοσίωση βιβλιο, αφοσίωση ετυμολογία, αφοσίωση veronica roth, αφοσίωση συνώνυμο, αφοσίωση λεξικό, αφοσίωση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αφοσίωση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αφορίζω στα λευκορωσικά - адлучыць ад
- αφορμή στα λευκορωσικά - прычына, чыннік
- αφουγκράζομαι στα λευκορωσικά - слухаць, падслухоўваць, падслухоўваць чужыя размовы, падслухоўваць каля дзвярэй, падслухаем, каб падслухаць
- αφού στα λευκορωσικά - пасля, пасьля
Τυχαίες λέξεις
Αφοσίωση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: лаяльнасць, ляяльнасьць, лаяльнасьць, лаяльнасці
Μεταφράσεις: лаяльнасць, ляяльнасьць, лаяльнасьць, лаяльнасці