Αφύσικος στα ισλανδικά
Μετάφραση: αφύσικος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óeðlilegt, óeðlileg, ónáttúruleg, óeà ° lileg, Ónáttúrulegar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφύσικος
αφύσικος συνωνυμα, αφύσικος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αφύσικος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αφρώδης στα ισλανδικά - glitrandi, freyðivín
- αφύσικο στα ισλανδικά - óeðlilegt, óeðlileg, ónáttúruleg, óeà ° lileg, Ónáttúrulegar
- αχαλίνωτος στα ισλανδικά - taumlaust, unbridled
- αχαριστία στα ισλανδικά - ingratitude
Τυχαίες λέξεις
Αφύσικος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óeðlilegt, óeðlileg, ónáttúruleg, óeà ° lileg, Ónáttúrulegar
Μεταφράσεις: óeðlilegt, óeðlileg, ónáttúruleg, óeà ° lileg, Ónáttúrulegar