Αφύσικος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αφύσικος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
antinatural, não natural, pouco natural, anormal, unnatural
Αφύσικος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφύσικος

αφύσικος συνωνυμα, αφύσικος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αφύσικος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αφρώδης στα πορτογαλικά - espumante, cintilante, sparkling, espumantes, brilhante
  • αφύσικο στα πορτογαλικά - antinatural, não natural, pouco natural, anormal, unnatural
  • αχαλίνωτος στα πορτογαλικά - desenfreado, desenfreada, descontrolada, unbridled, sem limites
  • αχαριστία στα πορτογαλικά - ingratidão, a ingratidão, ingratidões, ingratitude
Τυχαίες λέξεις
Αφύσικος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: antinatural, não natural, pouco natural, anormal, unnatural