Βολή στα ισλανδικά

Μετάφραση: βολή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kasta, kast, skot, skotið, skaut, náði, átti
Βολή στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βολή

βολή υπό γωνία, βολή σε κεκλιμένο επίπεδο, βολή s-300, βολή s-300 pmu-1, βολή στη φυσική, βολή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βολή στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • βοηθός στα ισλανδικά - fylgi, aðstoð, hjálp, aðstoðarmaður, gagn, Assistant, aðstoðarframkvæmdastjóri, ...
  • βοηθώ στα ισλανδικά - aðstoð, hjálp, hjálpa, hjálpað, að hjálpa, hjálpar
  • βολβός στα ισλανδικά - peru, ljósaperur, ljósapera, ljósaperu, ljósaperu er
  • βολεύω στα ισλανδικά - henta, dragt, fjöru, sjávarföllum, Tide, var sjóvar, sjóvar
Τυχαίες λέξεις
Βολή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: kasta, kast, skot, skotið, skaut, náði, átti