Βολή στα ολλανδικά

Μετάφραση: βολή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gooi, afgietsel, vorm, gedaante, worp, shot, schot, opname, geschoten, ontsproten
Βολή στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βολή

βολή υπό γωνία, βολή σε κεκλιμένο επίπεδο, βολή s-300, βολή s-300 pmu-1, βολή στη φυσική, βολή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βολή στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • βοηθός στα ολλανδικά - hulp, bedienen, assistentie, bijstaan, heul, toedoen, baten, ...
  • βοηθώ στα ολλανδικά - assisteren, heul, assistent, hulp, assistentie, zorg, helper, ...
  • βολβός στα ολλανδικά - ampul, lamp, peer, gloeilamp, lampje, bol, bulb
  • βολεύω στα ολλανδικά - proces, klederdracht, rechtsgeding, kostuum, gerechtszaak, stel, pak, ...
Τυχαίες λέξεις
Βολή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gooi, afgietsel, vorm, gedaante, worp, shot, schot, opname, geschoten, ontsproten