Γυμνισμός στα ισλανδικά
Μετάφραση: γυμνισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Berun
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυμνισμός
γυμνισμός ελλάδα, γυμνισμός αττική, γυμνισμός παραλίες, γυμνισμός στην κρήτη, γυμνισμός βιντεο, γυμνισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γυμνισμός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- γυμναστής στα ισλανδικά - fimleikakona, fimleikamenn
- γυμναστική στα ισλανδικά - fimleikar, leikfimi, Fimleikar, fimleika, æfingarsvæði fyrir fimleika, fyrir fimleika
- γυμνοσάλιαγκας στα ισλανδικά - brekkusnigill, Slug, snigill
- γυμνός στα ισλανδικά - ber, nakinn, nakin, nakta, naktir, berum
Τυχαίες λέξεις
Γυμνισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Berun
Μεταφράσεις: Berun