Γυμνισμός στα πολωνικά
Μετάφραση: γυμνισμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nudyzm, nudism, nudyzmu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυμνισμός
γυμνισμός ελλάδα, γυμνισμός αττική, γυμνισμός παραλίες, γυμνισμός στην κρήτη, γυμνισμός βιντεο, γυμνισμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, γυμνισμός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γυμναστής στα πολωνικά - gimnastyk, gimnastyka, gymnast, gimnastyczka, zawodnik
- γυμναστική στα πολωνικά - gimnastyka, gymnastics, gimnastyki, gimnastyczne, gimnastykę
- γυμνοσάλιαγκας στα πολωνικά - kulka, żeton, leniuch, walnąć, bryłka, ślimak, slug, ...
- γυμνός στα πολωνικά - sztywny, odkrywać, surowy, zwykły, obnażać, pusty, nieosłonięty, ...
Τυχαίες λέξεις
Γυμνισμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: nudyzm, nudism, nudyzmu
Μεταφράσεις: nudyzm, nudism, nudyzmu