Γυμνισμός στα τούρκικα
Μετάφραση: γυμνισμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çıplak dolaşma merakı, Çıplaklık, nudism, Nudizm, çıplak yaşama öğretisi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυμνισμός
γυμνισμός ελλάδα, γυμνισμός αττική, γυμνισμός παραλίες, γυμνισμός στην κρήτη, γυμνισμός βιντεο, γυμνισμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, γυμνισμός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γυμναστής στα τούρκικα - jimnastikçi, cimnastikçi, gymnast, cimnastikçinin, Eğer cimnastikçi
- γυμναστική στα τούρκικα - jimnastik, jimnastiği, Cimnastik, Gymnastics
- γυμνοσάλιαγκας στα τούρκικα - tembel, kurşun, mermi, sümüklüböcek, sahte jeton, kesme kurşun, işlenmemiş metal parçası, ...
- γυμνός στα τούρκικα - açık, çıplak, temiz, çıplak bir, naked, çırılçıplak
Τυχαίες λέξεις
Γυμνισμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çıplak dolaşma merakı, Çıplaklık, nudism, Nudizm, çıplak yaşama öğretisi
Μεταφράσεις: çıplak dolaşma merakı, Çıplaklık, nudism, Nudizm, çıplak yaşama öğretisi