Εναγόμενος στα ισλανδικά
Μετάφραση: εναγόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stefndi, stefnda, varnaraðili, ákærði, ákærða
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εναγόμενος
εναγόμενος english, εναγόμενος σημαίνει, ενάγων εναγόμενος, εναγόμενος στα αγγλικά, εναγόμενος συνωνυμα, εναγόμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εναγόμενος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ενίσχυση στα ισλανδικά - mögnun, mögnunar, mögnunina, mögnunin
- εναγής στα ισλανδικά - stefnandi, stefnanda, sóknaraðili, kærandi
- εναιώρημα στα ισλανδικά - dreifa, Sviflausnin, sviflausn, fjöðrun
- εναλλάσσω στα ισλανδικά - varamaður, varamann, varafulltrúi, til skiptis, varamaÃ
Τυχαίες λέξεις
Εναγόμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stefndi, stefnda, varnaraðili, ákærði, ákærða
Μεταφράσεις: stefndi, stefnda, varnaraðili, ákærði, ákærða