Εξαργυρώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εξαργυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
innleysa, leysa, leyst, að innleysa, að leysa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαργυρώνω
εξαργυρώνω μετάφραση, εξαργυρώνω στα αγγλικά, εξαργυρώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξαργυρώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εξαπατώ στα ισλανδικά - villa, blekkja, diddle
- εξαπολύω στα ισλανδικά - lausan tauminn, Unleashed, leyst úr læðingi, læðingi, úr læðingi
- εξαρθρώνω στα ισλανδικά - dislocate
- εξαρτώμαι στα ισλανδικά - fer, ráðast, háð, treysta, veltur
Τυχαίες λέξεις
Εξαργυρώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: innleysa, leysa, leyst, að innleysa, að leysa
Μεταφράσεις: innleysa, leysa, leyst, að innleysa, að leysa