Εξαργυρώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: εξαργυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kasa, grynieji, išpirkti, atpirkti, išpirktų, išpirks, išperka
Εξαργυρώνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαργυρώνω

εξαργυρώνω μετάφραση, εξαργυρώνω στα αγγλικά, εξαργυρώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξαργυρώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εξαπατώ στα λιθουανικά - Apgauti, Lūpos, Ocyganić, Atrodo laikas, Rengtis
  • εξαπολύω στα λιθουανικά - Unleashed, paleista, sukėlė, panaudotas
  • εξαρθρώνω στα λιθουανικά - išsinarinti, išnirti, nykstelėti, išsisukti, Dyslokować
  • εξαρτώμαι στα λιθουανικά - priklausyti, priklauso, priklausys, priklauso nuo, priklausys nuo
Τυχαίες λέξεις
Εξαργυρώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kasa, grynieji, išpirkti, atpirkti, išpirktų, išpirks, išperka