Εξαργυρώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: εξαργυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
răscumpăra, răscumpere, a răscumpăra, să răscumpere, rascumpara
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαργυρώνω
εξαργυρώνω μετάφραση, εξαργυρώνω στα αγγλικά, εξαργυρώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εξαργυρώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- εξαπατώ στα ρουμανικά - trage pe sfoară, căptuși, păcăli, încălța, diddle
- εξαπολύω στα ρουμανικά - stabili, Unleashed, dezlănțuit, declanșat, dezlantuit, A Declanșat
- εξαρθρώνω στα ρουμανικά - disloca, dislocarea, dislocă, suci, luxa
- εξαρτώμαι στα ρουμανικά - depinde, depind, depindă, depinde în, depinde de
Τυχαίες λέξεις
Εξαργυρώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: răscumpăra, răscumpere, a răscumpăra, să răscumpere, rascumpara
Μεταφράσεις: răscumpăra, răscumpere, a răscumpăra, să răscumpere, rascumpara