Επαναλαμβανόμενος στα ισλανδικά

Μετάφραση: επαναλαμβανόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
endurtekin, endurtekið, ítrekað, endurtekna, afturför
Επαναλαμβανόμενος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επαναλαμβανόμενος

επαναλαμβανόμενος πυρετός, επαναλαμβανόμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επαναλαμβανόμενος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • επανακτώ στα ισλανδικά - sækja, að sækja, sótt, flytja
  • επαναλαμβάνω στα ισλανδικά - ítreka, endurtaka, endurtekna, eftir endurtekna, Endurtaktu, endurteknum
  • επαναστάτης στα ισλανδικά - uppreisnarmanna, uppreisn, rísa, Rebel, uppreisnarmaður
  • επαναστατικός στα ισλανδικά - byltingarkennd, byltingarkennda, byltingardagatalið, byltingardagataliđ, byltingarkennt
Τυχαίες λέξεις
Επαναλαμβανόμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: endurtekin, endurtekið, ítrekað, endurtekna, afturför