Επαναλαμβανόμενος στα λιθουανικά
Μετάφραση: επαναλαμβανόμενος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pasikartojantis, pasikartojanti, periodinis, pasikartojantį, pasikartojantys
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαναλαμβανόμενος
επαναλαμβανόμενος πυρετός, επαναλαμβανόμενος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επαναλαμβανόμενος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επανακτώ στα λιθουανικά - atgauti, atkurti, gauti, priimti, susigrąžinti
- επαναλαμβάνω στα λιθουανικά - pakartojimas, pakartoti, Pakartokite, Kartokite, kartoti
- επαναστάτης στα λιθουανικά - sukilėlių, maištininkas, maištauti, sukilėlis, sukilti
- επαναστατικός στα λιθουανικά - revoliucinis, revoliucinės, revoliucinė, revoliucinga, revoliucinį
Τυχαίες λέξεις
Επαναλαμβανόμενος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pasikartojantis, pasikartojanti, periodinis, pasikartojantį, pasikartojantys
Μεταφράσεις: pasikartojantis, pasikartojanti, periodinis, pasikartojantį, pasikartojantys