Επαναστατώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: επαναστατώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
uppreisnarmanna, uppreisn, rísa, Rebel, uppreisnarmaður
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαναστατώ
επαναστατώ συνώνυμα, σέχτα επαναστατώ, επαναστατώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επαναστατώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επαναστάτης στα ισλανδικά - uppreisnarmanna, uppreisn, rísa, Rebel, uppreisnarmaður
- επαναστατικός στα ισλανδικά - byltingarkennd, byltingarkennda, byltingardagatalið, byltingardagataliđ, byltingarkennt
- επαναφέρω στα ισλανδικά - endurheimta, að endurheimta, skila aftur, endurreisa, aftur á
- επαναφορά στα ισλανδικά - endurstilla, núllstilla, að núllstilla, endurstillt, að endurstilla
Τυχαίες λέξεις
Επαναστατώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: uppreisnarmanna, uppreisn, rísa, Rebel, uppreisnarmaður
Μεταφράσεις: uppreisnarmanna, uppreisn, rísa, Rebel, uppreisnarmaður