Κάνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: κάνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gera, gerð, fremja, búa, gert, að gera, gerir, ekki
Κάνω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάνω

κάνω τον κόσμο ανάκατο, κάνω μια ευχή στίχοι, κάνω καμ μπακ, κάνω come back στίχοι, κάνω come back, κάνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κάνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κάμπος στα ισλανδικά - slétta, sléttur, flatlendi, látlaus, einfaldlega, venjuleg, venjulegur, ...
  • κάμπτω στα ισλανδικά - beygja, Bend, sveigja, að beygja
  • κάπα στα ισλανδικά - Höfði, Cape, kápu, að Höfði, Höfðaborg
  • κάπαρη στα ισλανδικά - capers
Τυχαίες λέξεις
Κάνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gera, gerð, fremja, búa, gert, að gera, gerir, ekki