Κάνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: κάνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
statyti, tikti, fasonas, modelis, gaminti, padaryti, daryti, do, atlikti
Κάνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάνω

κάνω τον κόσμο ανάκατο, κάνω μια ευχή στίχοι, κάνω καμ μπακ, κάνω come back στίχοι, κάνω come back, κάνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κάνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • κάμπος στα λιθουανικά - paprastas, lyguma, paprasto, aiškiai, lygus
  • κάμπτω στα λιθουανικά - lenktis, sulenkti, alkūnė, lankstyti, posūkis, sulinkti
  • κάπα στα λιθουανικά - ragas, pelerina, iškyšulys, Cape, kyšulys
  • κάπαρη στα λιθουανικά - kaparėliai, Kapariai, kaparėliais, Capers, kaparėlių
Τυχαίες λέξεις
Κάνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: statyti, tikti, fasonas, modelis, gaminti, padaryti, daryti, do, atlikti