Κολλάρισμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: κολλάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dressingu, klæða, búningsklefanum, búningsherbergi, að klæða
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλάρισμα
κολλάρισμα δαντέλας, κολλάρισμα πλεκτών, κολλάρισμα κεντημάτων, κολλάρισμα ρούχων, κολλάρισμα χαλιών, κολλάρισμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κολλάρισμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κολιγιά στα ισλανδικά - crofters
- κολικός στα ισλανδικά - magakrampi, hrossasótt
- κολλαρίζω στα ισλανδικά - kollarizo
- κολλητικός στα ισλανδικά - smitandi, sýkingar, sýkingu, er smitandi, smitefni
Τυχαίες λέξεις
Κολλάρισμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dressingu, klæða, búningsklefanum, búningsherbergi, að klæða
Μεταφράσεις: dressingu, klæða, búningsklefanum, búningsherbergi, að klæða