Ματαιώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: ματαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þófta, hætta, hætta við, að hætta, ensku, fá ensku
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ματαιώνω
ματαιώνω συνώνυμα, ματαιώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ματαιώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ματαιόδοξος στα ισλανδικά - ofmetnast, þykjast vitur, ofmetnist, ofmetnist ekki
- ματαιότητα στα ισλανδικά - mont, gagnsleysi, uselessness
- ματιά στα ισλανδικά - bjarmi, leita, líta, að líta, útlit, horfa
- ματώνω στα ισλανδικά - blæða, blæðir, blæðingar, Bleed, blæðingar í
Τυχαίες λέξεις
Ματαιώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þófta, hætta, hætta við, að hætta, ensku, fá ensku
Μεταφράσεις: þófta, hætta, hætta við, að hætta, ensku, fá ensku