Ματαιώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: ματαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
annullera, avboka, avbryta, avbryter, upphäva
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ματαιώνω
ματαιώνω συνώνυμα, ματαιώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ματαιώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ματαιόδοξος στα σουηδικά - fruktlös, inbilsk, egenkär, inbilska, högmodigt, högfärdig
- ματαιότητα στα σουηδικά - flärd, värdelöshet, onödiga, onyttighet, är onödigt, meningslös
- ματιά στα σουηδικά - titta, titt, blick, se, ser, leta, tittar
- ματώνω στα σουηδικά - blöda, bleed, utfallande, blöder, utfall
Τυχαίες λέξεις
Ματαιώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: annullera, avboka, avbryta, avbryter, upphäva
Μεταφράσεις: annullera, avboka, avbryta, avbryter, upphäva