Μαύρισμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: μαύρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blackening
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαύρισμα
μαύρισμα με σπρέι, μαύρισμα με αερογράφο, μαύρισμα νυχιών, μαύρισμα με αερογράφο θεσσαλονίκη, μαύρισμα με ζαχαροκάλαμο, μαύρισμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μαύρισμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μαόνι στα ισλανδικά - mahogany, gegnheilum, mahóní
- μαύλισμα στα ισλανδικά - ólifnaður, saurlífnaður, maflisma
- μαύρος στα ισλανδικά - svartur, Black, svart, svarta, svörtu
- με στα ισλανδικά - með, við, hjá, og
Τυχαίες λέξεις
Μαύρισμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: blackening
Μεταφράσεις: blackening