Μορφάζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: μορφάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grimace
Μορφάζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μορφάζω

μορφάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μορφάζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • μονός στα ισλανδικά - einhleypur, einfalt, hrufóttur, kynlegur, einkennilegur, einstakur, einstaka, ...
  • μονότονος στα ισλανδικά - eintóna, einhæf, einsleitni, lítið er vitað, fyrir einsleitni
  • μορφή στα ισλανδικά - form, mynd, formi, mynda, eyðublað, konar
  • μορφώνω στα ισλανδικά - mennta, fræða, að fræða, að mennta, fræðslu
Τυχαίες λέξεις
Μορφάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: grimace