Πλεονεκτικός στα ισλανδικά

Μετάφραση: πλεονεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hagstæður, hagstæðar, hagkvæmt, kostur, gagnlegt
Πλεονεκτικός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλεονεκτικός

πλεονεκτικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πλεονεκτικός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πλεονάζων στα ισλανδικά - óþarfi, umfram, ofaukið, sagt, sagt upp
  • πλεονέκτημα στα ισλανδικά - gagn, kostur, Kosturinn, nýta, forskot, kost
  • πλευρά στα ισλανδικά - borð, hlið, bógur, megin, kantinum, hliðin, hliðinni
  • πλευρίζω στα ισλανδικά - accost
Τυχαίες λέξεις
Πλεονεκτικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hagstæður, hagstæðar, hagkvæmt, kostur, gagnlegt