Πλεονεκτικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: πλεονεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fordelaktig, fordelaktige, fordel, en fordel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλεονεκτικός
πλεονεκτικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, πλεονεκτικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- πλεονάζων στα νορβηγικά - overflødig, overflødige, redundante, overtallige, oppsagt
- πλεονέκτημα στα νορβηγικά - fordel, nytte, fordelen, deg, fortrinn
- πλευρά στα νορβηγικά - utsikt, side, skråning, aspekt, siden, til siden
- πλευρίζω στα νορβηγικά - resepsjonist, accost
Τυχαίες λέξεις
Πλεονεκτικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fordelaktig, fordelaktige, fordel, en fordel
Μεταφράσεις: fordelaktig, fordelaktige, fordel, en fordel