Πληθυσμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: πληθυσμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
íbúar, fólksfjöldi, íbúa, Íbúum, þýði, íbúafjöldi
Πληθυσμός στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πληθυσμός

πληθυσμός αθήνας, πληθυσμός ουκρανίας, πληθυσμός αθήνας 2013, πληθυσμός ιωαννίνων, πληθυσμός θεσσαλονίκης, πληθυσμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πληθυσμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πληγή στα ισλανδικά - sár, sárið, sár á, áverki, sára
  • πληγώνω στα ισλανδικά - særa, Mæra, skaða mikinn, þar skaða mikinn
  • πληθωριστικός στα ισλανδικά - verðbólguþrýstingur, verðbólguþrýstingi, verðbólguáhrif, Verðbólguáhrifin, að verðbólguþrýstingur
  • πληθώρα στα ισλανδικά - upphlaup, at, ofgnótt
Τυχαίες λέξεις
Πληθυσμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: íbúar, fólksfjöldi, íbúa, Íbúum, þýði, íbúafjöldi