Πληθυσμός στα τσεχικά

Μετάφραση: πληθυσμός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obyvatelstvo, lidnatost, populace, obyvatel, obyvatelstva, počet obyvatel
Πληθυσμός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πληθυσμός

πληθυσμός αθήνας, πληθυσμός ουκρανίας, πληθυσμός αθήνας 2013, πληθυσμός ιωαννίνων, πληθυσμός θεσσαλονίκης, πληθυσμός λεξικό γλώσσας τσεχικά, πληθυσμός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • πληγή στα τσεχικά - trestat, potrestat, bič, bičovat, rána, zranění, rány, ...
  • πληγώνω στα τσεχικά - zranit, poškodit, ranit, poranit, urazit, ublížit, újma, ...
  • πληθωριστικός στα τσεχικά - inflační, proinflační, inflačního, inflačních, inflačním
  • πληθώρα στα τσεχικά - vzpoura, povodeň, záplava, hýřit, vzbouřit, bouřit, přehršel, ...
Τυχαίες λέξεις
Πληθυσμός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: obyvatelstvo, lidnatost, populace, obyvatel, obyvatelstva, počet obyvatel