Πληθυσμός στα ιταλικά
Μετάφραση: πληθυσμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
popolazione, frazione, della popolazione, la popolazione, popolazione di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληθυσμός
πληθυσμός αθήνας, πληθυσμός ουκρανίας, πληθυσμός αθήνας 2013, πληθυσμός ιωαννίνων, πληθυσμός θεσσαλονίκης, πληθυσμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, πληθυσμός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πληγή στα ιταλικά - sferzare, sferza, flagello, frusta, frustare, castigare, flagellare, ...
- πληγώνω στα ιταλικά - ferire, guaio, scathe
- πληθωριστικός στα ιταλικά - inflazionistico, inflazionistica, inflazionistiche, inflazione, inflazionistici
- πληθώρα στα ιταλικά - inondazione, pletora, miriade, moltitudine, gran numero, molteplicità
Τυχαίες λέξεις
Πληθυσμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: popolazione, frazione, della popolazione, la popolazione, popolazione di
Μεταφράσεις: popolazione, frazione, della popolazione, la popolazione, popolazione di