Πληθυσμός στα τούρκικα
Μετάφραση: πληθυσμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nüfus, nüfusu, nüfusun, nüfusunun, popülasyon
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληθυσμός
πληθυσμός αθήνας, πληθυσμός ουκρανίας, πληθυσμός αθήνας 2013, πληθυσμός ιωαννίνων, πληθυσμός θεσσαλονίκης, πληθυσμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, πληθυσμός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πληγή στα τούρκικα - kırbaç, yara, yaranın, yarası, sarılmış, bir yara
- πληγώνω στα τούρκικα - yara, yaralamak, acımak, ağrı, incitmek, kötülük, acı, ...
- πληθωριστικός στα τούρκικα - enflasyon, enflasyonist, enflasyonist bir, enflasyonun
- πληθώρα στα τούρκικα - kargaşalık, sefahat, bolluk, plethora, bolluğu, çokluğu, kan toplanması
Τυχαίες λέξεις
Πληθυσμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: nüfus, nüfusu, nüfusun, nüfusunun, popülasyon
Μεταφράσεις: nüfus, nüfusu, nüfusun, nüfusunun, popülasyon