Προαίρεση στα ισλανδικά

Μετάφραση: προαίρεση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vilja, áform, áætlun, fyrirætlun, valkostur, kostur, möguleiki, kosturinn, valkost
Προαίρεση στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προαίρεση

προαίρεση σύμβασης, προαίρεση ετυμολογία, προαίρεση βικιπαιδεια, κακή προαίρεση, καλή προαίρεση, προαίρεση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προαίρεση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • προέλευση στα ισλανδικά - uppruni, uppruna, upphaf
  • προέρχομαι στα ισλανδικά - koma frá, komið frá, koma úr, koma, kemur frá
  • προαγωγή στα ισλανδικά - kynningu, stöðuhækkun, kynningar, stuðla, efla
  • προαύλιο στα ισλανδικά - forecourt
Τυχαίες λέξεις
Προαίρεση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vilja, áform, áætlun, fyrirætlun, valkostur, kostur, möguleiki, kosturinn, valkost