Προαίρεση στα εσθονικά

Μετάφραση: προαίρεση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
william, saama, tahe, kavatsus, valik, võimalus, võimalust, võimaluse, variant
Προαίρεση στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προαίρεση

προαίρεση σύμβασης, προαίρεση ετυμολογία, προαίρεση βικιπαιδεια, κακή προαίρεση, καλή προαίρεση, προαίρεση λεξικό γλώσσας εσθονικά, προαίρεση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • προέλευση στα εσθονικά - põlvnemine, päritolu, häll, päritoluga, päritolunimetuste, päritolust, algus
  • προέρχομαι στα εσθονικά - idanema, lähtuma, võrsuma, tärkama, tuletama, pärinema, ammutama, ...
  • προαγωγή στα εσθονικά - ametikõrgendus, lipustumine, edutamine, edendamine, edendamise, edendamist, edendamisele, ...
  • προαύλιο στα εσθονικά - tankla, kaasneb tankla, plats tutvumiseks välja pandud, Esipiha
Τυχαίες λέξεις
Προαίρεση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: william, saama, tahe, kavatsus, valik, võimalus, võimalust, võimaluse, variant